Skip to main content

Η αντίσταση του Μπαρτζώκα στο over coaching

Ο Μιχάλης Στεφάνου γράφει για τον Ολυμπιακό, που τις τελευταίες εβδομάδες δεν… βλέπει κανέναν και τον προπονητή του που, σε αντίθεση με άλλους πολυδιαφημισμένους συναδέλφους του, ούτε στη σκέψη των παικτών του παρεμβαίνει, ούτε την κάθε τους πάσα περιπολεί.

Ποιος δεν μπορεί φέρει στο μυαλό του την εικόνα του Σαρούνας Γιασικεβίτσιους να διαχειρίζεται ολόκληρες κατoχές της Μπαρτσελόνα από τον πάγκο του, προσπαθώντας να ελέγξει την κάθε κίνηση των παικτών του; Ή τον Δημήτρη Ιτούδη και τον Κάζις Μακσβίτις να βομβαρδίζουν τους δικούς τους με πληροφορίες για το τι πρέπει ή δεν πρέπει να κάνουν την ώρα του παιχνιδιού. Είναι γνώριμο το χαρακτηριστικό πολλών -και δη αξιόλογων- προπονητών, να θέλουν να παρεμβαίνουν συνεχώς στο παιχνίδι, είτε αποφασίζοντας για όλες τις δράσεις, είτε με αλλεπάλληλες αλλαγές, είτε πλήττοντας τον αυθορμητισμό και την ελεύθερη βούληση ακόμα και των πιο ταλαντούχων παικτών τους κ.ο.κ..

Φαντάζει δύσκολο να δοθεί ο ακριβής ορισμό του over-coaching, αλλά σίγουρα το ξέρεις όταν το βλέπεις να συμβαίνει. Ίσως προκύπτει από ανασφάλεια, ίσως από την πίεση για το αποτέλεσμα ή από την έλλειψη εμπιστοσύνης στους παίκτες. Τις περισσότερες φορές βλάπτει την ανάπτυξη μιας ομάδας και της δημιουργεί αναποφασιστικότητα, αν και η ραγδαία αύξηση των αγωνιστικών υποχρεώσεων δύσκολα θα του επιτρέψει να επιβιώσει. Περισσότερα παιχνίδια, σημαίνουν λιγότερη προπόνηση, άρα μικρότερο περιθώριο αφομοίωσης λεπτομερειών. Πλέον, η πορεία μιας ομάδας εξαρτάται κατά ένα 70% από την στελέχωση και τις βασικές αρχές που θα της δοθούν το καλοκαίρι. Δεν υπάρχει ούτε ο χρόνος, ούτε η πνευματική αντοχή των αθλητών να είναι τόσο εξαρτημένοι από οδηγίες.

Το ακριβώς αντίθετο του over-coaching πρεσβεύει ο Γιώργος Μπαρτζώκας. Ο εμπνευστής και δημιουργός μιας ομάδας που όπως φαίνεται θα επηρεάσει όσο λίγες τον τρόπο σκέψης στο ευρωπαϊκό μπάσκετ -κυρίως γιατί δημιουργεί χώρο εκεί που δεν υπάρχει- μοιάζει ο πιο “αμέτοχος” από τους συναδέλφους του κατά τη διάρκεια των 40 λεπτών. Παίζει μόνιμα με ανοιχτά φύλλα αφήνοντας ουσιαστικά τα πράγματα να εξελιχθούν. Και μπορεί να ζει έντονα την κάθε στιγμή από τον πάγκο, όμως στην πραγματικότητα το μόνο που επιχειρεί να κάνει όταν κάτι δεν λειτουργεί καλά, είναι να επαναφέρει την συγκέντρωση των παικτών του ώστε να ακολουθήσουν το πλάνο. Ούτε στη σκέψη τους παρεμβαίνει, ούτε την κάθε τους πάσα περιπολεί…

Κάπως έτσι έχουμε φτάσει στο σημείο ν’ αντιμετωπίζει ο Ολυμπιακός τη Φενέρ και την Εφές χωρίς Σλούκα και να μοιράζει 45 ασίστ! Να κυριαρχεί από το πρώτο μέχρι το τελευταίο λεπτό και να φαίνεται αφύσικο όταν ολόκληροι πρωταθλητές Ευρώπης βρίσκουν ένα καλό τρίλεπτο και μαζεύουν τη διαφορά. Να είναι σταθερά πρώτος στην πιο ανταγωνιστική Euroleague έπειτα από 23 αγωνιστικές κι εμείς να έχουμε σκαλώσει στις ήττες από την Βιλερμπάν και τη Βαλένθια. Να έχει όλους τους παίκτες πλήρως ενταγμένους και ετοιμοπόλεμους κι όσο προχωράει η σεζόν το rotation αντί να κλείνει, να ανοίγει! Να μην μπορεί κανείς να πει με σιγουριά αν το ΣΕΦ σηκώνεται περισσότερο στο πόδι με τα μεγάλα σουτ ή με τις μεγάλες άμυνες.

ΑΛΛΑΓΗ ΣΚΥΤΑΛΗΣ

Το βράδυ της Παρασκευής (3/2) συναντήθηκαν οι δύο ομάδες που τα τελευταία χρόνια έχουν προσφέρει στο ευρωπαϊκό κοινό το ομορφότερο μπάσκετ. Ξεκινώντας από διαφορετική αφετηρία και χωρίς πολλά κοινά σημεία στην τακτική και στα χαρακτηριστικά των σημαντικών παικτών τους, Εφές και Ολυμπιακός δικαιούνται να καμαρώνουν για όσα καταθέτουν στο παρκέ ως αποτελέσματα ενός καθαρού σχεδίου. Ενός οράματος που τέθηκε σε εφαρμογή χωρίς τυμπανοκρουσίες, βασίστηκε στη διοικητική σταθερότητα, εξελίχθηκε και απέδωσε καρπούς εξαιρετικής ποιότητας.

Εδώ και τουλάχιστον μια τριετία η Εφές έχει επιβάλει την κυριαρχία της, όμως πλέον το μομέντουμ είναι ερυθρόλευκο. Ο Ολυμπιακός φαίνεται να έχει πάρει τη σκυτάλη από ένα σύνολο εκθαμβωτικό, που του στέρησε πέρυσι την κορυφή της Ευρώπης, αλλά δεν μπορεί πια με τίποτα να επισκιάσει την υπεροχή του. Κι είναι η τουρκική ομάδα, πλέον εκείνη που αναγκάζεται να ανακατέψει την τράπουλα και να βρει τις απαντήσεις.

Στο παρκέ του ΣΕΦ η μία ομάδα βγήκε για παιχνίδι και άλλη για… κυνήγι. Η διαφορά στα επίπεδα ενέργειας ήταν σοκαριστική, με τους Πειραιώτες να κλείνουν κάθε δρόμο προς το καλάθι τους, να μονοπωλούν τα ριμπάουντ και στην επίθεση να χτυπούν αλύπητα με το παροιμιώδες passing game τους και αιχμή του δόρατος τον Φαλ. Το γρήγορο 8-0 έθεσε τους κανόνες της αναμέτρησης που ήθελαν τους φιλοξενούμενους να ακολουθούν μόνιμα στο σκορ έως και το φινάλε. Είτε με την πρώτη πεντάδα, είτε με την δεύτερη, είτε με την …τρίτη, η ένταση στην άμυνα δεν έπεφτε και η ομαδικότητα στην επίθεση δεν παρέκκλινε. Ακόμα και στα λίγο πιο αναρχικά διαστήματα με Λούντζη, Λαρεντζάκη και ΜακΚίσικ στην πεντάδα και την απουσία καθαρού δημιουργού, η μπάλα δεν καθυστερούσε και ο ρυθμός δεν έπεφτε.

Ο Σάσα Βεζένκοβ κράτησε σχεδόν μόνος του την επίθεση στην τρίτη περίοδο πετυχαίνοντας 11 πόντους σε ένα πεντάλεπτο, η άμυνα στο side pick & roll διορθώθηκε με τον εξαιρετικό Μπολομπόι να προτιμάται αντί του Φαλ και η διαφορά να φτάνει στο +16. Στην αντίπερα όχθη ο Λάρκιν ήταν ο μοναδικός γκαρντ της Εφές που προσπαθούσε να βάλει στο παιχνίδι τους ψηλούς για αυτό και έμεινε στο παρκέ ως το τέλος. Μίτσιτς και Κλάιμπερν δέχτηκαν τα πυρά του προπονητή τους μέσω της Συνέντευξης Τύπου, όμως, η αλήθεια είναι ότι η ευθύνη για το μπερδεμένο πρόσωπο της Εφές βαραίνει κυρίως τον ίδιο. Η μεγάλη διαφορά ανάμεσα στις δύο ομάδες εντοπίζεται στην κατανομή των ρόλων. Την ώρα που στον Ολυμπιακό όλα είναι ξεκάθαρα ως προς τη δουλειά του καθενός, στην Εφές η άφιξη του Κλάιμπερν έχει ανατρέψει τις ισορροπίες κι έχει κάνει την… μία μπάλα με την οποία παίζεται το παιχνίδι να μοιάζει “λίγη” για να καλύψει τις ανάγκες.

Εδώ και μερικές εβδομάδες ο Ολυμπιακός όχι απλά δεν έχει αντίπαλο, αλλά δεν … βλέπει κανέναν. Μπαίνει στο παρκέ πνίγει τον αντίπαλο και φεύγει. Παίζει σπουδαία άμυνα, βρίσκει νέα σημεία αναφοράς και μέσα από ένα αγωνιστικό μοντέλο που δεν ασχολείται με το τι του δίνει ο αντίπαλος, αλλά με το τι θέλει ο ίδιος να πάρει.

ΥΓ. Αναμφίβολα η “διαβολοβδομάδα” που ολοκληρώθηκε ανήκει στον Μιχάλη Λούντζη. Ο 24χρονος γκαρντ κλήθηκε να καλύψει το κενό του Κώστα Σλούκα σε δύο σούπερ απαιτητικούς αγώνες και ανταποκρίθηκε φανταστικά. Ήταν εξαιρετικός στα αμυντικά και οργανωτικά του καθήκοντα στην Πόλη, μένοντας για 14 λεπτά στο παρκέ, ενώ χθες απέναντι στην Εφές έκανε απλά το παιχνίδι της ζωής του με άμυνες πολύ υψηλού επιπέδου και καθαρές εκτελέσεις σε κομβικά σημεία. Πάνω απ’ όλα ήταν εκεί, ακριβώς τη στιγμή που χρειάστηκε. Κι ας μην γέμιζε το μάτι του ομοσπονδιακού προπονητή.

* Δημοσιεύτηκε στο Eurohoops